Σε ένα μακρινό χωριουδάκι κατοικούσαν εκατοντάδες κεριά. Όλα ζούσαν χαρούμενα και ευτυχισμένα, συνήθως άναβαν το βράδυ και έκαιγαν μέχρι το πρωί. Παντρεύονταν και έκαναν μικρά κεράκια τα οποία μεγάλωναν και ο κύκλος επαναλαμβανόταν.
Ένα ζευγάρι αρκετά φωτισμένων κεριών μια μέρα γέννησε ένα περίεργο παιδί. Στην αρχή φοβήθηκαν όταν το είδαν, αντί για φυτίλι στο κεφάλι, είχε ένα μικρό μεταλλικό νήμα το οποίο περικλειόταν σε μια γυάλινη σφαιρική φύσιγγα.
Η μητέρα πανικοβλήθηκε, δεν ήξερε τι να κάνει, θεώρησε το παιδί της τέρας της φύσης, ο πατέρας όμως, κερί των γραμμάτων, καθησύχασε τη μητέρα και κάλεσε ένα γιατρό για να αξιολογήσει το νεογέννητο. Ο γιατρός τους είπε ότι δεν μπορούσε να καταλάβει από τι έπασχε το νεογέννητο αλλά ήταν σίγουρα άρρωστο.
Το βράδυ η μητέρα ενώ ήταν στο κρεβάτι της σκεφτική και λυπημένη αντιλήφθηκε ένα πολύ ισχυρό φως να βγαίνει από το δωμάτιο του νεογέννητου. Ούτε εκατό κεριά μαζί δεν θα μπορούσαν να φωτίσουν το δωμάτιο τόσο πολύ. Έτρεξε να δει τι συμβαίνει και είδε το πιο φωτεινό κερί που είχε δει ποτέ, δεν πίστευε στα μάτια της όμως ήταν το παιδί της.
Ενθουσιασμένη φώναξε τον πατέρα ο οποίος δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυα από την χαρά του. Αποφάσισαν να το ονομάσουν λυχνία.
Τα νέα μαθεύτηκαν γρήγορα στο χωριό και όλοι μιλούσαν για το πεφωτισμένο παιδί. Κάποιοι ενθουσιάστηκαν αλλά οι περισσότεροι ανησύχησαν. Η ανησυχία ήταν τόσο μεγάλη που πολλά κεριά μαζεύτηκαν έξω από το σπίτι της οικογένειας και διαμαρτύρονταν.
Για να καθησυχάσουν τα πνεύματα οι αρχές αποφάσισαν να καλέσουν σε συνεδρία το συμβούλιο των φωτισμένων κεριών.
Το συμβούλιο αποτελείτο από τα εφτά φωτεινότερα κεριά του χωριού. Το θέμα κρίθηκε ως υψίστης σημασίας και έτσι Διαβάστε περισσότερα “Μια λυχνία ανάμεσα στα κεριά”