Η γάτα ήταν πολύ ευχαριστημένη, είχε ένα μεγάλο σπίτι με άφθονο φαγητό. Είχε πλούσιο λαμπερό τρίχωμα και ήταν αρκετά παχουλή και τεμπέλα. Θα μπορούσε να χαρακτηρίσει τον εαυτό της ευτυχισμένο.
Στο ίδιο σπίτι κατοικούσαν και τρεις άνθρωποι οι οποίοι της συμπεριφέρονταν πάρα πολύ καλά. Δεν ήταν σίγουρη αν την φιλοξενούσαν ή αν τους φιλοξενεί.
Η ίδια φυσικά συμπεριφερόταν σαν να ίσχυε το δεύτερο. Αυτοί για αντάλλαγμα της φιλοξενίας της, της έδιναν άφθονη τροφή και πολλά χάδια.
Μια μέρα δεν πίστευε στα μάτια της όταν είδε τον μικρότερο από τους ανθρώπους να κουβαλά στο σπίτι ένα νεογέννητο γατάκι.
Όταν άκουσε το παιδί να ζητά από την μητέρα του να το κρατήσουν, γιατί ήταν αδέσποτο και δεν είχε που να πάει, άρχισε να πανικοβάλλεται. Πίστευε όμως ότι η γυναίκα θα συμπεριφερόταν σαν πραγματικός ενήλικας• θα τιμωρούσε το παιδί και θα πέταγε το γατάκι στο δρόμο με τις κλωτσιές.
Η λογική συνέχεια των πραγμάτων καθυστερούσε να πραγματοποιηθεί, έτσι άρχισε να νιώθει πολύ άβολα.
Ειδικά την στιγμή που στο σπίτι μπήκε ο πατέρας του παιδιού – ο οποίος φαινόταν να ήταν ήδη ενημερωμένος από την μητέρα. Κατάλαβε από την συμπεριφορά του ότι τα πράγματα δεν θα πήγαιναν καλά . Πήρε το παιδί στην αγκαλιά του και αφού το φίλησε του είπε με σταθερή φωνή “φυσικά θα το κρατήσουμ…”
Η γάτα από εκείνη την στιγμή δεν θυμάται τίποτα, για μερικά δευτερόλεπτα ή λεπτά έμεινε ακίνητη, ένιωθε τη γούνα της να φουντώνει και την ουρά της τεντώνει.
Κάνοντας ένα πολύ περίεργο ήχο, κάτι σαν νιαούρισμα και βρυχηθμό λιονταριού εξαφανίστηκε από το σπίτι.
Όντας μεγάλο το σπίτι, εκείνη την μέρα οι ιδιοκτήτες της δεν Διαβάστε περισσότερα “Ο βρυχηθμός της γάτας”