Ξεκίνησα να μπουσουλάω στο χώρο, με δυσκολία στην αρχή και μετά πιο γρήγορα, σταδιακά σηκώθηκα από το πάτωμα και έκανα το πρώτο βήμα, φοβόμουν και δίσταζα για τα επόμενα βήματα, μα νίκησα τους φόβους μου και έμαθα να περπατάω. Στην αρχή κρατούσα για να στηριχθώ, μετά περπατούσα χωρίς κανένα στήριγμα και σιγά σιγά άρχισα να τρέχω, να γελώ και να χαίρομαι την ζωή. Περπατούσα και έτρεχα, γελούσα και έκλαιγα, μετά έτρεχα, έτρεχα, έτρεχα όλο και πιο γρήγορα, δεν σκεφτόμουν αλλά έτρεχα ολοένα και πιο γρήγορα. Έτρεχα σαν σίφουνας στην αρχή και μετά σαν αστραπή, δεν είχα χρόνο ούτε για να κλάψω πόσο μάλλον για να γελάσω….
Έτρεχα, έτρεχα, έτρεχα και θα έτρεχα ακόμα, αν δεν άκουγα μια φωνή… Μια φωνή επουράνια, μια φωνή που δεν ήμουν σίγουρος ότι ήταν φωνή, μια φωνή που έβγαινε από τα έγκατα της γης… Δεν ήξερα από πού, δεν μπορούσα να καταλάβω.
– Πού τρέχεις να πας; Τι θες να προλάβεις;
Μου φώναξε.
Έμεινα αποσβολωμένος για μια στιγμή, μα πριν καλά καλά καταλάβω τι μου είπε συνέχισα να τρέχω. Έτρεχα για να ξεφύγω από τα λόγια της ή έτρεχα για να προλάβω – τι να προλάβω; δεν ήξερα – αλλά έτρεχα…
Ξαφνικά ξανάκουσα την φωνή.
– Δεν μπορείς να μου ξεφύγεις, όσο κι αν τρέχεις, όσο και αν αγωνίζεσαι, πάντα θα σε προφταίνω.
Απάντησα αυτή την φορά, με κάποια αγωνία μπορώ να ομολογήσω.
– Ποιος είσαι; Τι είσαι; Γιατί μου μιλάς;
Βουβαμάρα, δεν πήρα απάντηση, υπέθεσα ότι η φωνή δεν ήθελε διάλογο. Συνέχισα να τρέχω…
– Στάσου σου λέω…
Συνέχισα να τρέχω.
– ΣΤΑΣΟΥ!! Ακούστηκε αυστηρή η φωνή.
Σταμάτησα για λίγο, δεν άντεξα όμως, ξεκίνησα και πάλι να τρέχω…
Και ξαφνικά η φωνή γλύκανε, τόσο πολύ που με έκανε να τα χάσω… και με ύφος που δεν μπορούσα να καταλάβω αν ήθελε να κλάψει ή να με παρακαλέσει ή ακόμα και να με βοηθήσει είπε…
– Στάσου… Σταμάτα σου λέω… έστω και για μια στιγμή, κοίταξε μέσα σου, κοίταξε γύρω σου. Πού είναι η ψυχή σου; Πού είναι το όραμα σου, τα όνειρα σου;
Τα βρήκες; Αν ναι, προχώρα, αν όχι, στάσου ακόμα λίγο, άρπαξε ξανά στα χέρια σου την ζωή, βρες την ψυχή σου και προχώρα…
Αν δεν την βρεις, συνέχισε να ψάχνεις, δεν είναι μακριά σου, μέσα σου είναι κρυμμένη, από φόβο πως δεν θα τα καταφέρει, από φόβο πως δεν υπάρχει, φίλεψε την με κατανόηση, δρόσισε την με ένα ποτήρι αγάπη… Δώσε της ένα κουταλάκι χάδι και μια γερή δόση αυτοέρωτα… Θα ξετρυπώσει από τα έγκατα του χάους του σώματος σου και θα φωτίσει την ύπαρξη σου… Τότε ίσως να θέλεις να συνεχίσεις τον δρόμο σου.
Αλλά θα ξέρεις γιατί τρέχεις και θα φροντιζεις να έχεις χρόνο να γελάς και να κλαις, θα έχεις χρόνο να αγαπάς και να πονάς, θα έχεις χρόνο να ζήσεις για πρώτη φορά…
Η φωνή ξαφνικά σταμάτησε, δεν είπε άλλα…
– Ποιος είσαι φώναξα, Ποιος; Τι είσαι…
Δεν πήρα απάντηση, δεν πήρα καμία απάντηση μέχρι την μέρα που σταμάτησα να τρέχω· μέχρι την μέρα που έψαξα και βρήκα την ψυχή μου και την άκουσα να μιλά… Έχασα για λίγο την φωνή μου μα την βρήκα επιτέλους μαζί με την ψυχή μου.
Όσοι θέλετε να αναδημοσιεύσετε κάποιο άρθρο, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας
- Η αξία της ζωής - 13 Αυγούστου, 2019
- Σνουζ - 20 Αυγούστου, 2018
- Η φωνή - 11 Αυγούστου, 2018