Ο δικαστής φώναξε, «ο κατηγορούμενος είναι ένοχος σε όλες τις κατηγορίες, η ποινή θα ανακοινωθεί την Δευτέρα στις…»
Μέχρι εκεί κατάφερε να ακούσει, ο αέρας ξαφνικά άλλαξε, λιγόστεψε το οξυγόνο, μολύνθηκε, έγινε ακατάλληλος προς αναπνοή… Άστραψε και βρόντηξε στην αίθουσα, χάθηκε το φως, του ήρθε τάση για αναγούλα· κάτι πήγε να φωνάξει στον δικαστή αλλά εκείνη ακριβώς την στιγμή τον άρπαξε ο δικηγόρος του από το μπράτσο και τον έβγαλε έξω από την αίθουσα.
Περίμενε εναγωνιωδώς μια βδομάδα την ποινή του. Ο δικηγόρος του τον καθησύχαζε πως δεν θα είναι βαριά: «θα είναι ελαφριά σαν πούπουλο», « Τα δικαστήρια δεν θέλουν να εξοντώνουν τον κόσμο αλλά να τον βοηθούν» του είπε.
«Μα είμαι αθώος», του απάντησε, δεν ήξερε αν το πίστευε αυτό ο δικηγόρος του, από την αρχή είχε τις αμφιβολίες του. Δεν ήξερε αν το πίστευε και ο ίδιος πια.
Πέρασαν βασανιστικά οι μέρες, η μια μετά την άλλη και να λοιπόν που ήρθε η μέρα, αυτή η μέρα, μια πραγματικά δύσκολη Δευτέρα.
Φόρεσε τα καλά του και στάθηκε μπροστά από το έδρανο στην θέση του κατηγορουμένου, προσπάθησε να μην φαίνεται νευρικός.
Ο Δικαστής έβγαλε ένα τεράστιο λόγο. Ανέφερε μεταξύ άλλων, ότι «αν και ο κατηγορούμενος είναι υπόδειγμα πολίτη, έχει λευκό ποινικό μητρώο και στην κοινωνία είναι σεβαστό πρόσωπο, αν και έχει όλα τα φόντα η υπόθεση για να έχει την επιείκεια του δικαστηρίου, εντούτοις για παραδειγματισμό και το καλώς νοούμενο συμφέρον του συνόλου, το δικαστήριο ως οφείλει, θα φανεί αμείλικτο και θα καθορίσει την μέγιστη δυνατή ποινή που προβλέπεται για τέτοιες παραβάσεις.»
«Ευτυχώς που η φύση του αδικήματος δεν προβλέπει ποινή φυλάκισης», σκέφτηκε ο δικηγόρος του.
(Το δικαστήριο βέβαια αμέλησε να αναφέρει ότι στην προηγούμενη υπόθεση εξάντλησε όλη του την επιείκεια, «ως όφειλε, για το καλώς νοούμενο συμφέρον του συνόλου» και ο επώνυμος κατηγορούμενος – που θα μπορούσε να είχε καταδικαστεί σε πολλά χρόνια φυλάκισης λόγω της φύσης των αδικημάτων του – δεν είχε σχεδόν καμιά επίπτωση.
Βέβαια όλα αυτά δεν είχαν καμιά σημασία για τον πρωταγωνιστή της ιστορίας μας. Αλλά για τους υπόλοιπους;)
Βγήκε από την αίθουσα του δικαστηρίου, ούτε ο ίδιος δεν ήξερε πώς. Κάτι είπε με τον δικηγόρο του, κάτι είπε με ένα λειτουργό του δικαστηρίου, δεν μπορούσε να καταλάβει τι του έλεγαν και τι τους έλεγε, έβαλε μερικές υπογραφές, δεν ήξερε τι και για ποιο λόγο υπέγραφε. Το μοναδικό πράγμα που ήξερε ήταν ότι ήθελε να κτυπήσει το κεφάλι του στον τοίχο.
Θεωρούσε την απόφαση λανθασμένη, η ποινή για αυτόν έμοιαζε εξοντωτική, πού θα μπορούσε να βρει τόσα χρήματα, πώς θα μπορούσε να τα συνδυάσει όλα και με τόσες ώρες κοινωνικής εργασίας;..
Ξεκίνησε να περπατάει, δεν τον οδηγούσε το μυαλό του αλλά τα πόδια του, πέρασε την κεντρική είσοδο του Δικαστηρίου και βγήκε στο δρόμο, χτύπησε πάνω σε ένα πεζό που και αυτός αφηρημένος προσπαθούσε να μπει στο δικαστικό μέγαρο – ποιος ξέρει σε ποια δική του δίκη, και τι σταυρό κουβαλούσε – κανένας από τους δύο δεν κατάλαβε ότι συγκρούστηκαν.
Διασταύρωσε τον δρόμο, προς έκπληξη ενός οδηγού ο οποίος αν δεν είχε πολύ καλά και γρήγορα αντανακλαστικά θα τον πατούσε με το αμάξι. Βγήκε στο απέναντι πεζοδρόμιο χωρίς να καταλάβει τίποτα και κατηφόρησε για λίγο, αργότερα έστριψε δεξιά και μπήκε σε ένα μονοπάτι της φύσης, τα έκανε όλα αυτά μηχανικά, το ένστικτο του όμως τον οδηγούσε σε αυτή την όαση πρασίνου και ζωής η οποία βρισκόταν στην καρδιά της πόλης.
Περπάτησε για μερικά λεπτά και χωρίς να το καταλάβει, χωρίς καμιά συνειδητή προσπάθεια σταμάτησε να περπατά, έμεινε ακίνητος και έβλεπε το νερό και τα πουλιά που πετούσαν.
Ξαφνικά η συνείδηση του επανήλθε όταν αντίκρισε πολύ κοντά του ένα όμορφο φλαμίνγκο. Το έβλεπε το ξανάβλεπε και στο τέλος μουρμούρισε στον εαυτό του:
– Αχ!.. και να ‘μουν πουλί να μπορούσα να πετάξω μακριά από όλα τα προβλήματα, μακριά από όλους και όλα.
Εκείνη την στιγμή το φλαμίνγκο σήκωσε το κεφάλι του από το νερό και είδε τον άνθρωπο που στεκόταν λίγο έξω από την αλυκή, στην αρχή τρόμαξε, έκανε να πετάξει μακριά μετά όμως το ξανασκέφτηκε… Είδε τον άνθρωπο που το κοιτούσε σκεφτικός… «Τι να σκέφτεται άραγε» αναρωτήθηκε «γιατί να είναι τόσο σκεφτικός; Δεν κρατάει φωτογραφική, τι να θέλει…»
Εν τω μεταξύ ο άνθρωπος συνέχισε να σκέφτεται και να ονειροπολεί με φίλτρο την μελαγχολία του, «Αχ!.. και να ‘μουν πουλί να πετάξω μακριά από όλους και όλα…»
«Κάποιο γρίφο θα προσπαθεί να λύσει», φαντάστηκε το φλαμίνγκο, το οποίο είχε τους ανθρώπους πολύ ψηλά και άρχισε να απορροφάται και αυτό από τις σκέψεις του… Θυμήθηκε το παλιό του παιδικό όνειρο, ένα όνειρο που πίστευε πως θα του έλυνε όλα του τα προβλήματα αν μπορούσε να πραγματοποιηθεί.
«Αχ!.. και να ‘μουν άνθρωπος» σκέφτηκε, «να είμαι έξυπνος, να μπορώ να λύνω γρήγορα τα προβλήματα μου και να έχω όλο τον κόσμο στα πόδια μου».
Και η αντίπερα όχθη
θα είναι πάντα μια όχθη
που έχει αντίπερα μια όχθη.
Γράφει:
Παύλος Κωνσταντίνου
Όσοι θέλετε να αναδημοσιεύσετε κάποιο άρθρο, παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας.
- Οδηγός για θηρευτές ονείρων - 8 Αυγούστου, 2023
- Αριστερά ή Δεξιά, το αιώνιο πρόβλημα - 22 Ιουνίου, 2023
- Η γραμμή τερματισμού - 28 Νοεμβρίου, 2022
Thanks for your blog, nice to read. Do not stop.